Στα τέλη του 2022 ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματα της απογραφής πληθυσμού που διενεργήθηκε στην Ελλάδα το 2021. Η εικόνα που παρουσιάζουν τα αποτελέσματα αυτά είναι ζοφερή, ωστόσο ουδείς πλέον δικαιούται να εκπλήσσεται. Τα αποτελέσματα αυτά ήταν αναμενόμενα από καιρό.
Πριν σχολιάσουμε τα βασικά ευρήματα της απογραφής, πρέπει να πούμε ότι από πολλές πλευρές έχουν εκφραστεί επιφυλάξεις για το πώς αυτή διενεργήθηκε. Όποιες όμως κι αν είναι οι επιφυλάξεις, αυτά είναι τα επίσημα στοιχεία και βάσει αυτών μπορούμε να μιλήσουμε. Εξάλλου, είναι σαφές ότι όποιες διορθώσεις κι αν γίνουν, η μεγάλη εικόνα δεν θα αλλάξει. Ποια όμως είναι η μεγάλη εικόνα; Τρία είναι τα βασικά ευρήματα.
Το πρώτο είναι ότι έχουμε πλέον εισέλθει στη φάση της μεγάλης αριθμητικής συρρίκνωσης του ελληνικού πληθυσμού, η οποία θα συνεχίζεται, όσο οι γεννήσεις θα παραμένουν στα παρόντα χαμηλά επίπεδα. Για να το θέσουμε απλά: στη δεκαετία που πέρασε, ο ελληνικός πληθυσμός ξεκίνησε τον μεγάλο δημογραφικό του κατήφορο, ο οποίος στο τέλος του αιώνα θα τον οδηγήσει σε ένα μέσο εκτιμώμενο μέγεθος 6,4 εκατομμυρίων, εφ’ όσον δεν μεταβληθούν σημαντικά οι βασικοί δημογραφικοί του δείκτες. Αυτή είναι η εκτίμηση που δίνουν οι δημογραφικές προβολές του ΟΗΕ (
UN World Population Prospects 2022).
Οι διαστάσεις του δημογραφικού
Η δεύτερη βασική παρατήρηση είναι η βαθιά γήρανση του ελληνικού πληθυσμού, η οποία είναι η άλλη όψη της υπογεννητικότητας. Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΗΕ, το 2021 η Ελλάδα ήταν η πέμπτη πιο γηρασμένη χώρα του κόσμου, με μέση ηλικία τα 44,7 έτη.
Η τρίτη διάσταση του δημογραφικού είναι η γεωγραφική. Πράγματι, ένα στοιχείο που αναδεικνύουν με ιδιαίτερη ένταση τα αποτελέσματα της απογραφής νόμιμου πληθυσμού, είναι η σημαντική μείωση των πληθυσμών της ελληνικής περιφέρειας και ιδίως των παραμεθόριων νομών.
Στην πραγματικότητα πρόκειται για δημογραφική κατάρρευση, την οποία μπορεί κανείς να διαπιστώσει ενδεικτικά σε νομούς όπως των Σερρών (-15%), του Κιλκίς (-13%) ή της Δράμας (-12%), (βλ. Πίνακα). Ο νομός Γρεβενών έχει το αρνητικό ρεκόρ πανελλαδικά (-16%) μέσα σε μια δεκαετία. Σημαντική είναι και η μείωση πληθυσμού στον κρίσιμο νομό Έβρου (-8%) η οποία προστίθεται σε μια δημογραφική συρρίκνωση δεκαετιών.
Η Ελλάδα συρρικνώνεται λοιπόν και στην περιφέρεια συρρικνώνεται πιο γρήγορα. Μια περιφέρεια που επί δεκαετίες εγκατελείπεται από τους νεανικούς της πληθυσμούς, που παραμένει οικονομικά υπανάπτυκτη και κατά τόπους πλέον ερημώνει, περιμένοντας τους αλλόχθονες που κάποτε αναπόφευκτα θα την εποικίσουν.
Ο θάνατος της περιφέρειας
Πρόκειται ουσιαστικά για τον επίλογο μιας μακράς πορείας που ξεκίνησε μεταπολεμικά. Μια πορεία η οποία ξεκινά με τη φτώχεια και την καταστροφή που δημιούργησαν η κατοχή και ο εμφύλιος, συνεχίστηκε με τη μεταναστευτική έξοδο στη δεκαετία του 1960 έως τις αρχές του 1970, προχώρησε με την αστυφιλία της “αντιπαροχής” και σημαδεύτηκε από τη διαχρονική απουσία ενός συνολικού αναπτυξιακού σχεδιασμού.
Όλα αυτά τα χρόνια έγιναν βεβαίως προσπάθειες να στηριχθεί η περιφέρεια. Οι όποιες παρεμβάσεις όμως ήταν αποσπασματικές, χωρίς συνολικό όραμα και χωρίς μακροπρόθεσμη οπτική. Έγιναν πανεπιστήμια, νοσοκομεία και δημόσια έργα. Ενίοτε δόθηκαν και αξιόλογα αναπτυξιακά κίνητρα (π.χ. Θράκη). Δεν υπήρξε όμως ένα συνολικό σχέδιο. Ένα σχέδιο που θα αναδείκνυε τα πλεονεκτήματα κάθε περιοχής, που θα καθοδηγούσε τους τοπικούς πληθυσμούς σε νέες δραστηριότητες και θα δημιουργούσε τοπικά προϊόντα με διεθνή αναγνωρισιμότητα και ανταγωνιστικότητα.