Με αφορμή τη συμφωνία Βρετανίας-Τουρκίας η αρμόδια υπουργός Λιζ Τρας δήλωσε: «Η συμφωνία που αναμένουμε ότι θα υπογράψουμε αυτήν την εβδομάδα κλειδώνει τις ρυθμίσεις συναλλαγών χωρίς δασμούς και θα βοηθήσει την εμπορική μας σχέση. Θα παράσχει βεβαιότητα για χιλιάδες θέσεις εργασίας στο Ηνωμένο Βασίλειο, στη μεταποιητική βιομηχανία, την αυτοκινητοβιομηχανία και τη χαλυβουργία... Ανυπομονούμε να συνεργαστούμε με την Τουρκία για μια φιλόδοξη, εξατομικευμένη συμφωνία στο μέλλον».
Με αφορμή αυτή τη δήλωση ας θυμηθούμε την πολιτική της Βρετανίας στα χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης, μιας και μπαίνουμε στο επετειακό έτος 2021. Ήταν, λοιπόν, Δεκέμβριος του 1820, πριν ακριβώς 200 χρόνια. Η Φιλική Eταιρεία από το 1814, είχε προετοιμάσει το έδαφος για Επανάσταση την άνοιξη του 1821. Η επιβεβαίωση για την έναρξη θα γινόταν λίγες μέρες μετά, στη Βοστίτσα (Αίγιο, Ιανουάριος 1821) όπου οι κεφαλές του Μοριά μετά από επιφυλάξεις και λεκτικές συγκρούσεις μεταξύ τους, αποφάσισαν να μην υπαναχωρήσουν από το τόλμημα, κάτι για το οποίο ήταν γενικώς σύμφωνη η Κλεφτουριά και ο λαός.
Στα πλαίσια ανευρέσεως στήριξης ή ανοχής των ξένων μεγάλων δυνάμεων, οι επαναστάτες το Δεκέμβριο του 1820, βολιδοσκόπησαν το Βρετανικό Προξενείο της Πάτρας. Όπως επισήμανε ο Bailey (1942 ), η πολιτική της Αγγλίας να διατηρεί «την εδαφική ακεραιότητα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας» ήταν ο βασικός της πυλώνας, που διαταράχθηκε με την Ελληνική Επανάσταση, αφού της ανέτρεψε τα σχέδια. Γι' αυτό και αμέσως θέλησε να ποδηγετήσει την επανάσταση με τα δάνεια και τους ανθρώπους της.
Έτσι λοιπόν, το Βρετανικό Προξενείο μόλις αντελήφθη τις κινήσεις των επαναστατών, με τη σειρά του ενημέρωσε τον Γιουσούφ Μουχλίς Πασά της Πάτρας ότι επίκειται Στάση (isyani) στην Πελοπόννησο την άνοιξη του 1821, με ανεξέλεγκτες καταστάσεις που ίσως έφταναν σε επανάσταση αυτοδιάθεσης και ανεξαρτησίας, όπως και έγινε (βλ. σχετικά: "Απομνημονεύματα Παλαιών Πατρών Γερμανού", σελ. 94, 103,104 και αφήγηση Μοραβή Γιουσούφ Μπέη του Ναυπλιώτη, σελ. 83, υποσημ. 152, Σοφία Λάϊου – Μαρίνος Σαρηγιάννης , "Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών 2019", για τη στάση του πρόξενου Γκρήν και του υποπρόξενου Κατράϊ).
Επίσης, όπως μας πληροφορεί ο στρατιωτικός διοικητής της Πάτρας Γιουσούφ Μουχλίς Πασά (1821-1825 ), οι προμήθειες που ελάμβανε η πολιορκούμενη από τους Έλληνες πόλη, σε όλη τη διάρκεια του αγώνα, ήταν με χρήματα και συναλλαγματικές του προς τους Άγγλους, που έφταναν με ναυλωμένα βρετανικής σημαίας πλοία από τη Ζάκυνθο (βλ. σχετικά Ειρήνη Καλογεροπούλου, σελ. 45, "Όψεις της Επανάστασης του ’21", "Πρακτικά συνεδρίου 2015", εκδόσεις Περιοδικό Μνήμων, 2018).
Βρετανικές εξαγωγές στην Οθωμανική Αυτοκρατορία
Οι Βρετανοί επιθυμούσαν, υποστήριζαν και εκμεταλλεύονταν την ακεραιότητα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας για δικούς τους εμπορικούς-οικονομικούς σκοπούς καθώς και την σύντομη ασφαλή διέλευση προς την Ινδία, χωρίς να χρειάζεται να πηγαίνουν το γύρο της Αφρικής. Μετά το 1825, οι βρετανικές εξαγωγές στην Κωνσταντινούπολη, τη Σμύρνη, τη Βηρυτό και την Τραπεζούντα, ήταν τόσο προσοδοφόρες, που τους οδήγησαν στην αναγνώριση της σημασίας των Οθωμανών για την οικονομική ευημερία της Αγγλίας (σχετικά Bailey). Γι’ αυτό, μετά το Ναβαρίνο θορυβήθηκαν λόγω της διατάραξης των εμπορικών σχέσεων, τις οποίες άμεσα αποκατέστησαν, ανακαλώντας και τον Κόδριγκτον.