Είναι αδύνατον να καταλάβουμε γιατί δεν ενδιαφέρεται καμία κυβέρνηση για την παραγωγή πλούτου – χωρίς την οποία η Ελλάδα θα λεηλατηθεί εντελώς από τους δανειστές της, με τα Υπερταμεία τους κοκ., με τελικό αποτέλεσμα να καταλήξει στα σκουπίδια της ιστορίας. Όταν διαπιστώνει βέβαια κανείς πως λίγες ημέρες πριν τις εκλογές το βασικό θέμα της πολιτικής αντιπαράθεσης είναι οι βίλες των πολιτικών, απογοητεύεται εντελώς – αφού σημαίνει πως έτσι δεν υπάρχει καμία ελπίδα για το μέλλον της συντριπτικής πλειοψηφίας των Ελλήνων, παρά το ότι έχουν την τύχη να ζουν σε μία πάμπλουτη, πολλαπλά προικισμένη χώρα. Σε μία χώρα που θα μπορούσε να πετύχει θαύματα – απλά και μόνο με μία συνετή, ορθολογική και δίκαιη διαχείριση των οικονομικών της.
.
Ανάλυση
Σε σχέση με την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, όπου διενεργείται μία απίστευτη αναδιανομή εισοδημάτων υπέρ των πολύ πλουσίων και εις βάρος όλων των υπολοίπων, με την ευκαιρία των συνεχών κρίσεων που βιώνουμε και με τη βοήθεια της κυβερνητικής πολιτικής, οι Έλληνες υφίστανται μία τριπλή ληστεία, χωρίς δυστυχώς να το έχουν ακόμη συνειδητοποιήσει – επειδή οι συνέπειες του πληθωρισμού δεν είναι εύκολα κατανοητές. Ειδικότερα, ληστεύονται ως εξής:
(α) Από τη μείωση των εισοδημάτων τους, μισθών και συντάξεων, μέσω της μείωσης της αγοραστικής τους αξίας – αφού με τα ίδια χρήματα, καλούνται να πληρώσουν πολύ πιο ακριβές τιμές. Εν προκειμένω, οφείλει να γνωρίζει κανείς πως ο πληθωρισμός του 2023, είναι επί πλέον αυτού του 2022. Δηλαδή, εάν αυξήθηκαν το 2022 οι τιμές κατά 9,5% και το 2023 κατά 5%, τότε είναι ακριβότερες κατά 14,9% σε σχέση με το 2021, κατά το μαθηματικό τύπο (1,095*1,05).
Τα τρόφιμα βέβαια, στα οποία καταναλώνουν το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων τους οι φτωχοποιημένοι Πολίτες, αυξήθηκαν υπερδιπλάσια – ενώ συνεχίζουν να αυξάνονται κατά 15%, σε σχέση με το 2022 ή πάνω από 30% σε σχέση με το 2021. Μπορεί δε να ισχυρίζεται η κυβέρνηση πως ο ρυθμός αύξησης των τιμών των τροφίμων μειώθηκε τον τελευταίο μήνα, αλλά αφενός μεν τα ελληνικά τρόφιμα ήταν ανέκαθεν ακριβότερα (γράφημα), οπότε είναι λογική η ποσοστιαία μείωση τους, αφετέρου το σωστό είναι να συγκρίνουμε με τις τιμές άλλων χωρών – όπως με την Ολλανδία (με βασικό μισθό 1.900 €), όπου ακόμη και το ελληνικό γιαούρτι πωλείται εκεί προς 2,75 € το μισό κιλό, ενώ στην Ελλάδα 2,90!
(β) Από την άνοδο των φόρων, αφού η κυβέρνηση διατηρεί τους ίδιους φορολογικούς συντελεστές, στις αυξημένες τιμές, σε αντίθεση με τις άλλες χώρες που τους μειώνουν – όπως τον ΦΠΑ, τον οποίο μηδένισε η Πορτογαλία από 6% προηγουμένως, σε μία σειρά βασικών ειδών διατροφής.
Για παράδειγμα, εάν ένα προϊόν κόστιζε 10 €, με ΦΠΑ 24% το κράτος εισέπραττε 2,40 € – ενώ όταν η τιμή του αυξήθηκε στα 15 €, τότε το κράτος εισπράττει 3,60 €. Το γεγονός αυτό φαίνεται από την άνοδο των φορολογικών εσόδων, και το πρώτο δίμηνο του 2023 – η οποία ήταν 1,3 δις €, πάνω από το στόχο του προϋπολογισμού, Ποιος πληρώνει αυτούς τους παραπάνω φόρους; Προφανώς όλοι εμείς.
Η κυβέρνηση ισχυρίζεται εδώ πως δεν αυξάνονται οι φόροι, αλλά τα φορολογικά έσοδα του δημοσίου, λόγω της αύξησης του ΑΕΠ – ενώ το σωστό είναι πως αυξάνονται, λόγω της ανόδου των τιμών. Για να τεκμηριώσουμε, οφείλουμε εν πρώτοις να ορίσουμε πως υπάρχουν τρεις διαφορετικές έννοιες:
(α) οι φορολογικοί συντελεστές, (β) τα φορολογικά έσοδα του δημοσίου και (γ) οι φόροι για τους Πολίτες που είναι έξοδα και μάλιστα σε μεγάλο βαθμό μη ανταποδοτικά, ειδικά στην Ελλάδα.
Επίσης πως το ΑΕΠ μας, σε όρους όγκου που δεν επηρεάζεται από τις τιμές, δεν αυξήθηκε σε σχέση με το 2019 αλλά, αντίθετα, μειώθηκε πάνω από 2 δις € – από τα 194,4 δις € του 2019 στα 192 δις το 2022 (ανάλυση). Όσον αφορά τους φόρους όμως, αυξήθηκαν παρά την πτώση του ΑΕΠ – από 51 δις € το 2019 στα 55 δις το 2022. Επομένως το ΑΕΠ μας μειώθηκε κατά 2,4 δις € και οι φόροι αυξήθηκαν κατά 4 δις €.
Για να γίνει κατανοητό τι σημαίνει σε όρους όγκου, όταν κάποιος πουλάει 10 κιβώτια νερό με 10 € το ένα, τότε ο τζίρος του, το ΑΕΠ για μία χώρα, είναι 100 € – ενώ όταν το πουλάει με 15 €, αυξάνεται στα 150 €. Εν τούτοις, σε όρους όγκου συνεχίζει να πουλάει 10 κιβώτια – ενώ η Ελλάδα πούλησε τελικά 9,5 κιβώτια. Εκτός αυτού, όταν η ύφεση στα 200 € είναι 10%, τότε το ΑΕΠ διαμορφώνεται στα 180 € – όπου εάν η ανάπτυξη είναι ξανά 10%, το ΑΕΠ δεν γίνεται 200 €, αλλά 198 €.
Το να πετυχαίνει λοιπόν μια κυβέρνηση να μειώνει το ΑΕΠ σε όρους όγκου, όταν παράλληλα στηρίζει την κατανάλωση με 50 δις € με δανεικά, είναι πραγματικά άθλος – για τον οποίο βέβαια θα έπρεπε να ντρέπεται, αντί να πανηγυρίζει.
Δεν πρόκειται λοιπόν ξεκάθαρα για μία φορολογική ληστεία των Ελλήνων, με τη βοήθεια του πληθωρισμού; Ειδικά δε όσον αφορά τον ΦΠΑ που αποτελεί τεράστια επιβάρυνση των χαμηλών εισοδημάτων, από 17,8 δις το 2019 εκτοξεύθηκε στα 21,4 δις το 2022 – αυξήθηκε δηλαδή κατά 3,6 δις, παρά την πτώση του ΑΕΠ.